Κυριακή, Ιουνίου 04, 2006

 

«Kοινό υπάρχει, συντάκτες όχι»



Το σχόλιο του Αντώνη Πανούτσου στη «Sportday», ανήμερα των εκλογών του ΠΣΑΤ (1 Ιουνίου), μας μελαγχόλησε. Γιατί είπε πολλές αλήθειες. Γιατί πολύ θα θέλαμε να είχε τη δική μας υπογραφή. Διαβάστε το. Πολλές φορές:

Η δημόσια persona του αθλητικού συντάκτη άλλαξε με τα χρόνια. Την πρώτη περίοδο, μέχρι τη δεκαετία του '60, ο αθλητικός συντάκτης των πολιτικών εφημερίδων ήταν κυριολεκτικά «ο αθλητικός συντάκτης». Ενας. Οι πολιτικές εφημερίδες έβαζαν έναν πιτσιρικά να γράφει τα αποτελέσματα της μεγάλης κατηγορίας τη Δευτέρα. «Εθνικός-ΑΕΚ 0-0, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 1-2 (21' Σιάηλος 1-0, 37' Υφαντής 1-1, 79' Μπέμπης 1-2)». Μόνο τους σκόρερ. Ούτε καν τις συνθέσεις. Στις αθλητικές γινόταν επίδειξη καλλιέργειας, για να φανεί ότι οι αθλητικογράφοι ήταν μορφωμένοι. «Υπό αφόρητο καύσωνα, τον οποίο οι καυτές φάσεις εντός των αντίπαλων περιοχών έκαναν ισχυρότερον, δύο ενδεκάδες λεόντων αναμετρήθηκαν σε έναν αγώνα μέχρις εσχάτων...». Η τέχνη της εισαγωγής και του επιθέτου, που έφτασε στο απόγειό της με τον Φαίδωνα Κωνσταντουδάκη, και τα σύνθετα ουσιαστικά του «ο ανίκητος Βασιλομπίλαρος του κάμπου, λευκοπυργίτης», έχει τις ρίζες της στην αθλητικογραφία του '50.
Το σημαντικότερο βήμα για την καθιέρωση της αθλητικής σελίδας στον πολιτικό Τύπο έγινε από την Ελένη Βλάχου στη «Μεσημβρινή» του '60. Εκεί έγιναν και οι πρώτες προσπάθειες απλοποίησης της γλώσσας. Η πρώτη εφημερίδα που δημιούργησε αθλητικό section ήταν η «Απογευματινή» του '70, με τον Χάρη Λυμπερόπουλο πρωτοπόρο στην προσπάθεια.
Ευχή και κατάρα της αθλητικογραφίας αποδείχθηκε ο «Φίλαθλος» το '80. Από τη μία πλευρά απορρόφησε το πλούσιο αποθεματικό εν δυνάμει αθλητικών συντακτών που είχε δημιουργηθεί με τη δυαρχία της «Αθλητικής» και του «Φωτός», αλλά από την άλλη η απλοποίηση της γλώσσας, που στην αρχή έδωσε ζωντάνια στο γράψιμο, οδήγησε σε ένα αδιέξοδο. Στον συντάκτη που δεν έχει να πει τίποτα στον αναγνώστη, γιατί δηλώνει το ίδιο.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι να βρεθούν συντάκτες που θα έχουν το ειδικό βάρος να απευθύνονται στον αναγνώστη, αντί να προσπαθούν να τον πείσουν ότι υπερασπίζονται τα συμφέροντα της ομάδας του. Το «δεν υπάρχει τέτοιο κοινό» είναι η εύκολη δικαιολογία. Ας μου επιτραπεί να πιστεύω ότι δεν υπάρχουν τέτοιοι συντάκτες. Μέχρι να βρεθούν, ας ψηφίζουμε «Ντον Ντον».
Ο ΠΣΑΤ, ακρωνύμιο του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αθλητικών Δημοσιογράφων, είναι πολύτιμος για ένα λόγο. Για να εξασφαλίζει γραφεία Τύπου στα περισσότερα των μελών του διοικητικού συμβουλίου του. Ο μέσος αθλητικός συντάκτης δεν ενδιαφέρεται και δεν έχει λόγο να ενδιαφερθεί, παρά μόνο για να γελάσει με τα SMS των υποψήφιων κυνηγών των γραφείων Τύπου.
Ο ΠΣΑΤ ήταν πολύτιμος μέχρι και τους Ολυμπιακούς του 2004. Η Γιάννα Αγγελοπούλου και κάθε δημόσιος οργανισμός ήθελε να διαπραγματεύεται με κάτι που να έχει θεσμικό χαρακτήρα και η θέση του προέδρου του ΠΣΑΤ του επέτρεπε να βρίσκεται κοντά στα κέντρα εξουσίας. Ηταν και ο λόγος για τον οποίο την προεδρία διεκδίκησε ο Γιάννης Θεοδωρακόπουλος. Είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν τη διεκδικεί τώρα, κατεβαίνοντας δήμαρχος στην Πεύκη. Η δημαρχία σήμερα είναι εξουσία και ο ΠΣΑΤ ένα κενό κέλυφος καβουριού, που η σάρκα του καταβροχθίστηκε εδώ και δύο χρόνια. Τώρα, γιατί υπάρχουν υποψήφιοι που πληρώνουν λεφτά σε SMS για να διεκδικήσουν έναν τελειωμένο σύνδεσμο; Γιατί η δύναμη και τα φράγκα που μπορούσε να δώσει μέχρι το 2004 δεν υπάρχουν, αλλά όλο και κάποιο ψιχουλάκι έχει περισσέψει…
Γιατί το να πεις «είμαι εκπρόσωπος των Ελλήνων και ξένων αθλητικογράφων» σου εξασφαλίζει μερικά δευτερόλεπτα ανοχής, μέχρι να καταλάβει ο συνομιλητής ότι είσαι τόσο παπάρας όσο ακριβώς δείχνεις. Επίσης, όλο και κάποια ΕΡΤ, όλο και κάποιος δημόσιος οργανισμός ή ΟΠΑΠ, που δεν υπάρχει έλεγχος στα λεφτά, θα μασήσει να ακουμπήσει κάποια ελεημοσύνη.
Το θέμα είναι γιατί θα πρέπει η κονόμα του άχρηστου να αφορά τον μέσο αθλητικό συντάκτη. Η απάντηση είναι ότι δεν θα πρέπει να τον αφορά, παρά μόνο για απότιση τιμής στους ιδρυτές του συνδέσμου. Διότι ο σύνδεσμος δημιουργήθηκε την εποχή που στην ΕΣΗΕΑ δεν γίνονταν δεκτοί οι αθλητικοί συντάκτες και λόγος της δημιουργίας του ήταν η ανύψωση του κλάδου, που στις εφημερίδες της εποχής αντιμετωπιζόταν λίγο χειρότερα από τον κλητήρα και πολύ χειρότερα από τον σκύλο της εφημερίδας, που είχε τουλάχιστον γούνα για να χαϊδέψεις. Ο σύνδεσμος είχε πολεμηθεί από την ΕΣΗΕΑ, που φοβόταν τη δημιουργία αντίπαλου οργάνου. Είναι και ο λόγος για τον οποίο στο καταστατικό του ΠΣΑΤ αναφέρεται ρητά ότι ο σύνδεσμος δεν έχει συνδικαλιστική ιδιότητα.
Δεν είναι συμπτωματικό ότι το σήμα του ΠΣΑΤ έχει φιλοτεχνηθεί από τον σκιτσογράφο Κώστα Μητρόπουλο. Οπως οι αθλητικογράφοι, και οι σκιτσογράφοι δεν είχαν δικαίωμα εγγραφής στην ΕΣΗΕΑ, που περιόριζε τα μέλη της σε πολιτικούς συντάκτες δεξιών και κεντρώων εφημερίδων. Οι καιροί όμως άλλαξαν, οι αθλητικογράφοι απέκτησαν ίσα δικαιώματα με τους υπόλοιπους συντάκτες, ο ΠΣΑΤ αναγνωρίστηκε από το κράτος, αποκτώντας το δικαίωμα οι ταυτότητές του να επιτρέπουν την είσοδο στο γήπεδο και... Και μετά δεν υπήρχε αντικείμενο. Ο ΠΣΑΤ δεν είχε πια λόγο ύπαρξης. Διότι όταν οι επιθέσεις σε αθλητικογράφους έχουν γίνει οι πιο κοινές ανάμεσα σε όλες τις δημοσιογραφικές ειδικότητες, ο ΠΣΑΤ το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να βγάζει την ίδια ανακοίνωση, με την οποία καταδικάζει. Ναι, ρε παιδιά. Θα διαβάσουν την ανακοίνωση οι μπράβοι που ρίχνουν το ξύλο και θα τους χαλάσει η μέρα που τους καταδίκασε ο Θεοδωρακόπουλος… Θα μου πεις «και τι να κάνει ο ΠΣΑΤ;». Και θα σου απαντήσω «δίκιο έχεις».
Τρώνε τις αποζημιώσεις των εργαζομένων στην «Αθλητική», έχουν καθυστερήσει πληρωμές στο «Sportime», στον «Φίλαθλο», στις εφημερίδες του Τράγκα. Και ο ΠΣΑΤ; Δεν είπαμε και πριν ότι δεν είναι συνδικαλιστικό σωματείο; Τι να κάνει ο ΠΣΑΤ; Αν μου το πει κάποιος, θα του απαντήσω «δίκιο έχεις».
Πουλάνε χολή στα πρωτοσέλιδα των αθλητικών, το μόνο που δεν έχουν κάνει οι υποκειμενικοί των οπαδικών εφημερίδων είναι να ζητήσουν εξηγήσεις πώς τολμάει κάποιος να προσπαθεί να μένει αντικειμενικός, ο ΠΣΑΤ γνωρίζει ότι ένα ποσοστό της βίας ξεκινάει από τον Τύπο. Και τι κάνει; Τα ξύνει με τον κασμά… Αλλά και τι θα μπορούσε να κάνει; Λίγα πράγματα. Δεν μπορεί να πει σε κάποιον τι θα γράψει ή να αλλάξει γραμμή, όταν οι οπαδικές εφημερίδες έχουν πει και στην ΕΣΗΕΑ ότι είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουν. Και επειδή κάποιος θα μου το πει, να απαντήσω από τώρα «δίκιο έχεις».
Τι μπορεί, λοιπόν, να κάνει ο ΠΣΑΤ; Να επιβλέπει την έκδοση ταυτοτήτων με τις οποίες μπορείς να μπεις στο γήπεδο. Φυσικά, όταν «στράβωνε» ο Βίκτωρας οι ταυτότητες δεν ίσχυαν και τα καμαράκια δεν χωρούσαν τους συντάκτες, ενώ άλλα καταλαμβάνονταν από αστυφύλακες και προέδρους, αλλά τι να κάνει ο ΠΣΑΤ; Ας πούμε, τέλος πάντων, ότι ο ΠΣΑΤ έχει την ευθύνη της έκδοσης ταυτοτήτων, διότι αν την είχε μόνο η Γραμματεία, θα έδιναν ταυτότητες αθλητικού συντάκτη και στις συνυφάδες τους. Αλλά από εκεί και πέρα, τι; Τα βραβεία των καλυτέρων αθλητών; Μην καγχάσω… Τους κωπηλάτες και τους μπαντμιγκτονίστες που παίρνουν τα βραβεία κάθε χρονιά, ανάθεμα κι αν τους έχει δει ο ένας στους εκατό αθλητικούς συντάκτες. Η ερώτηση «βρε μαλάκα, μήπως ξέρεις τι είναι αυτός ο Πολύμερος, που τον έχουν στους προτεινόμενους για τα βραβεία;» πρέπει να γίνεται κάθε χρόνο από όλους τους αθλητικούς συντάκτες στον ταλαίπωρο που κάνει τα «άλλα σπορ» στην εφημερίδα. Μέχρι τώρα έχω δει να ψηφίζουν για πλάκα, στην τύχη, τους φίλους τους, αθλητές από το σπορ που καλύπτουν, αλλά αθλητικογράφο να μπορεί να κάνει επιλογές από όλον τον απίθανο κατάλογο δεν έχω συναντήσει. Οι ετήσιες βραβεύσεις είναι για να ποζάρει ετησίως ο πρόεδρος του ΠΣΑΤ με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να κορνιζάρει τη φωτογραφία στο σαλόνι του με τη λεζάντα «Οι δύο πρόεδροι».
Πολύ ασήμαντοι λόγοι για να δηλώνει ένας σύνδεσμος εκπροσώπηση κλάδου εργαζομένων. Ούτως ή άλλως, με την ποιότητα των υποψηφίων, εκτός από τρεις-τέσσερις, στους υπόλοιπους δεν θα εμπιστευόμουν την εκπροσώπησή μου στον Σύλλογο για τη Διάσωση του Αβολοντέ Κούκου. Η φτώχεια στις υποψηφιότητες θα φανεί στην αποχή και το «σιγά που θα τους δώσω 70 ευρώ για να τους ψηφίσω» έχει γίνει σλόγκαν. Θα μπορούσα να τελειώσω με το κλασικό «κάτι πρέπει να γίνει για τον ΠΣΑΤ πριν να είναι πολύ αργά». Τίποτα δεν μπορεί να γίνει. Ηδη είναι πολύ αργά.





<< Home

This page is powered by Blogger. Isn't yours?